Τα οφέλη της απόκτησης κινητικών δεξιοτήτων μέσω της εκμάθησης χορού έχουν εξυμνηθεί πολλάκις. Μεταξύ αυτών συγκαταλλέγονται ψυχοκοινωνικά, πνευματικά και κινητικά οφέλη, ενώ τα τελευταία χρόνια πολλές μελέτες εστιάζουν στη σχέση των κινητικών δεξιοτήτων, και μάλιστα αυτών της λεπτής κινητικότητας, με τις γνωστικές διεργασίες.
Δεκαετίες ψυχολογικής έρευνας και διατύπωσης θεωριών έχουν αποδείξει ότι η κινητική και γνωστική ανάπτυξη είναι άρρηκτα συνυφασμένες στη νηπιακή και την πρώιμη παιδική ηλικία. Η εξήγηση του φαινομένου στη μέχρι στιγμής βιβλιογραφία αποδίδεται στις έννοιες της αλληλεπίδρασης (οι εν λόγω δεξιότητες αναπτύσσονται παράλληλα, λόγω των εμπειριών με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπα τα μικρά παιδια και που απαιτούν την ταυτόχρονη εξέλιξη αυτών), της αυτοματοποίησης (πολύπλοκες δεξιότητες, όπως τα μαθηματικά, εξαρτώνται από την επάρκεια των πιο στοιχειωδών, όπως οι κινητικές ικανότητες) καθώς και της εκτελεστικής λειτουργίας, η οποία περιλαμβάνει την προσοχή.
Σχολείο και Μαθηματικά
Σε άρθρο της, η Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία (APA) παρουσιάζει έρευνα, η οποία ορίζει τις δεξιότητες λεπτής κινητικότητας ως νέο παράγοντα ένδειξης της σχολικής ετοιμότητας και πρόβλεψης της σχολικής επιτυχίας, και μάλιστα πιο ισχυρό σε σχέση με την προσοχή σε πολλές περιπτώσεις. Ιδιαίτερη σχέση παρατηρήθηκε μεταξύ δεξιοτήτων λεπτής κινητικότητας και πρόβλεψης υψηλών αποδόσεων σε δραστηριότητες μαθηματικών και φυσικοχημείας στα πρώτα σχολικά χρόνια.
Ο συντονισμός της λεπτής κινητικότητας (μυικές κινήσεις, ανάμεσα στις οποίες διακρίνονται ο συντονισμός και η επιδεξιότητα των δακτύλων, η κινητική αλληλουχία, η ταχύτητα και η ακρίβεια), είναι θεμελιώδης για την κατανόηση του φυσικού κόσμου και κατ’ επέκταση για την ανάπτυξη δεξιοτήτων σχετικών με τα μαθηματικά, όπως η κατανόηση των εννοιών των σχημάτων, του χώρου και της αριθμητικής. Για παράδειγμα, παιδιά με καλύτερο λεπτό κινητικό συντονισμό, σε σύγκριση με εκείνα που παρουσιάζουν αδυναμία σε αυτόν, μπορεί να είναι σε θέση να χειριστούν τα αντικείμενα πιο αποτελεσματικά, βελτιώνοντας έτσι την κατανόηση των χωρικών σχέσεων και την ικανότητα οπτικοποίησης αντικειμένων. Η αυτοματοποίηση βασικών δεξιοτήτων συντονισμού μπορεί να προσφέρει ένα πλεονέκτημα στην εκμάθηση μαθηματικών, επιτρέποντας την παροχή προσοχής απευθείας στην εκμάθηση εννοιών ανώτερης τάξης και όχι στον έλεγχο της κίνησης.
Νευροαπεικόνιση
Παράλληλα τα ευρήματα της νευροεπιστήμης έδειξαν ότι οι περιοχές του εγκεφάλου που μέχρι πρότινος θεωρούνταν ότι εμπλέκονται μόνο σε κινητικές (παρεγκεφαλίδα και βασικά γάγγλια) ή μόνο σε γνωστικές διεργασίες (προμετωπιαίος φλοιός), ενεργοποιούνται ταυτόχρονα κατά τη διάρκεια ορισμένων κινητικών και γνωστικών δραστηριοτήτων. Η σύνδεση των δύο αυτών περιοχών οφείλεται στα εξής:
α) πολλές γνωστικές διεργασίες χρησιμοποιούν εξειδικευμένες λειτουργίες ελέγχου και διαμόρφωσης οι οποίες βρίσκονται στις περιοχές που αναπτύσσονται κατά την απόκτηση κινητικών δεξιοτήτων
β) μερικές νευρικές υποδομές που έχουν κατασκευαστεί για να ελέγχουν τη μαθησιακή διαδικασία κατά την κινητική ανάπτυξη, χρησιμοποιούνται επίσης για τον έλεγχο της μάθησης στη γνωστική ανάπτυξη.
Την ίδια σχέση αποδεικνύει και το εύρημα ότι διαταραχές όπως η ελλειμματική προσοχή ή η δυσλεξία, οι οποίες παραδοσιακά ορίζονται ως γνωστικές, συχνά χαρακτηρίζονται από πτωχό κινητικό συντονισμό, ενώ παράλληλα συνδέονται με ελλείμματα στο συγχρονισμό που σχετίζονται με τα βασικά γάγγλια.
Θα πρέπει να αναφέρουμε τέλος, την έρευνα του Schellenberg ο οποίος απέδειξε πειραματικά ότι 8μηνη παρέμβαση σε μαθητές πρώτης δημοτικού οι οποίοι διδάχθηκαν μουσική (αρμόνιο και φωνητικά) ανώθησε τις γνωστικές αποδόσεις τους (κλίμακα WISC) σε σχέση με δραστηριότητες που δεν απαιτούσαν αυξημένη χρήση δεξιοτήτων λεπτής κινητικότητας.
Κλείνοντας, αρμόζει να συμπεράνουμε ότι ο χορός, που αποτελεί την κατ΄εξοχήν δραστηριότητα εξάσκησης των κινητικών λειτουργιών, μπορεί να προσφέρει μεγάλο εύρος βελτίωσης των γνωστικών διεργασιών των παιδιών και να τα βοηθήσει στην έναρξη της σχολικής τους διαδρομής καθώς και στη διαδικασία μάθησης του τρόπου εκμάθησης.
Απ την Ιωάννα Κουτσοδήμου, καθηγήτρια κλασικού και σύγχρονου χορού
Φοιτήτρια τμήματος ψυχολογίας ΕΚΠΑ